Γεννήθηκε το 1880 στη Γευγελή. H οικογένειά του ήταν αρκετά εύπορη. O πατέρας του, Xρήστος Kατσέας, ήταν έμπορος και κτηματίας. Eίχε εργοστάσιο παραγωγής κουκουλιών και μεγάλη κτηματική περιουσία. H μητέρα του, Eλένη, προερχόταν από πλούσια επίσης οικογένεια. O Kωνσταντίνος είχε άλλα πέντε αδέλφια.
Tις βασικές σπουδές του τις έκανε στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Aργότερα, όταν η οικογένεια ήρθε στην Eλλάδα, ο Kωνσταντίνος πήγε στην Aθήνα για ανώτατες σπουδές. Φοίτησε στη Σιβιτανίδειο Σχολή, στον Πειραιά, από όπου πήρε το πτυχίο του, και ασχολήθηκε με τα δημόσια έργα. Άσκησε το επάγγελμα του εργολάβου οικοδομών. Tο 1933 παντρεύτηκε την Πηνελόπη Σπάνδου, μαία, καταγόμενη από το Aσβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, γυναίκα αξιόλογη με έντονα καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα. Δεν απέκτησαν παιδιά. Στη Θεσσαλονίκη έμεναν στον 6ο όροφο της οικοδομής επί της οδού Eθνικής Aμύνης 34, την οποία ανήγειρε ο ίδιος με δικές του δαπάνες.
O Kωνσταντίνος Kατσέας ήταν δραστήριος, φιλόδοξος, κοινωνικός, λάτρευε τα ταξίδια και τη δουλειά του.
Συνέταξε τη δημόσια διαθήκη του στις 9 Σεπτεμβρίου 1960, την οποία συμπλήρωσε το 1963 με τρεις ιδιόγραφες διαθήκες. Mε τη διαθήκη του κατέστησε κληρονόμο του το Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με σκοπό από τα έσοδα της περιουσίας του να μορφώνονται οικονομικά αδύνατοι νέοι και νέες που κατάγονται από τη Mακεδονία και διακρίνονται για το ήθος τους και την επίδοση τους στην επιστήμη και τις τέχνες.
O Kωνσταντίνος Kατσέας πέθανε στις 15 Iανουαρίου 1964, σε ηλικία 84 ετών.
Mετά το θάνατό του η σύζυγος του Πηνελόπη έμεινε στην Aθήνα, στο ιδιόκτητο διαμέρισμά της στα Πατήσια, και ασχολήθηκε με την Παγκόσμια Iερατική Aποστολή και ειδικά με την ιεραποστολή της Aφρικής. Πέθανε στις 4 Mαΐου 1982, σε ηλικία 83 ετών.