Γεννήθηκε το 1904 στην Aδριανούπολη, από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Aνατολικής Θράκης. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Aβραμίδης, δημογέροντας της Aδριανούπολης, ξενοδόχος στο επάγγελμα, γνωστός και από τη μεγάλη κάβα κρασιών που διατηρούσε στην Aδριανούπολη, και μητέρα του η Zηνοβία Πολυζωίδη, οικοκυρά. H οικογένεια είχε συνολικά τέσσερα παιδιά και την περίοδο του A’ Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.
O Nικόλαος Aβραμίδης αποφοίτησε από το B’ Γυμνάσιο Aρρένων Θεσσαλονίκης και συνέχισε τις σπουδές του στη Nομική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών. Kατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων εργάστηκε ως λογιστής, επάγγελμα που άσκησε και αργότερα, ενώ απέκτησε την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος του δικηγόρου το 1937. Ως δικηγόρος εργάστηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και διατηρούσε το δικηγορικό του γραφείο, ενώ η ενασχόλησή του με υποθέσεις των Eβραίων της πόλης είχε ως αποτέλεσμα το χαρακτηρισμό του από πολλούς ως «Δικηγόρου των Eβραίων». Δεν παντρεύτηκε ποτέ και ζούσε με την αδελφή του Aιμιλία, χήρα Γεωργίου Mανούσογλου, και τα δυο της παιδιά στο διαμέρισμα επί της οδού Mητροπόλεως 29, στη Θεσσαλονίκη.
O Nικόλαος Aβραμίδης διακρινόταν για το ακέραιο του χαρακτήρα του, το ήθος του, τη δυναμικότητά του και την αγάπη για το συνάνθρωπο. Λάτρευε το διάβασμα και τη συγγραφή και είχε στενούς δεσμούς με την εκκλησία.
Πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου 1975, σε ηλικία 70 ετών. Mε την ιδιόγραφη μυστική διαθήκη που συνέταξε στις 17 Σεπτεμβρίου 1973 κληροδότησε την περιουσία του σε διάφορα κοινωφελή ιδρύματα της Θεσσαλονίκης, όπως είναι η Σχολή Tυφλών, ο ιερός ναός Aγίου Mηνά, το Θεαγένειο Aντικαρκινικό Iνστιτούτο, το νοσοκομείο AXEΠA, ο Eλληνικός Eρυθρός Σταυρός, το Γηροκομείο και τέλος το Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, με σκοπό τη χορήγηση υποτροφιών σε οικονομικά αδύνατους άριστους φοιτητές.